Το “Φόνισσα” περιγράφεται ως ένα σφιχτοδεμένο θρίλερ χαρακτήρων, με την πρώτη ύλη να αντλείται από το έργο του Παπαδιαμάντη
Η χήρα Χαδούλα κουβαλά ένα κληρονομημένο τραύμα, το οποίο πηγάζει από την υποτίμηση της θέσης της γυναίκας στην κοινωνία. Το ξέσπασμά της στα μικρά κορίτσια του ξεχασμένου νησιού αναδεικνύει μια μοίρα σκληρή και αναπόφευκτη. Η σκηνογράφος και ενδυματολόγος Εύα Νάθενα, με δραματουργική συνέπεια και εικαστική προσήλωση, υπηρετεί την πικρή πίστη στη νομοτέλεια στο σκηνοθετικό της ντεμπούτο. Το “Φόνισσα” εξελίσσεται περισσότερο σε ένα σφιχτό θρίλερ χαρακτήρων, πλούσιο σε διάρκεια και συμπυκνωμένο σε ύφος, παρά σε μια ακαδημαϊκή μεταφορά του αριστουργηματικού διηγήματος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Στο δικό της σενάριο, σε συνεργασία με την Κατερίνα Μπέη, η γλώσσα της οικείας ιστορίας ρέει κατανοητά, με οικονομία και μεστότητα. Η υπόθεση διατηρεί πάντα το σασπένς, καθώς αναρωτιόμαστε ποιο θα είναι το επόμενο θύμα της οργής της Φραγκογιαννούς και ποιο παιδί θα γλιτώσει προτού καταδώσει μια κοινότητα που γνωρίζει, αν και δεν το συζητά ανοιχτά, τις πράξεις και τις προθέσεις της.
Στις αρχές του 20ού αιώνα, κατά την εποχή της ανέχειας που διαδραματίζεται το στόρι, η υποχρέωση της προίκας που συνόδευε τη γέννηση μιας κόρης ήταν εξαιρετικά επαχθής. Γι’ αυτό, οι άνδρες του χωριού, όπως ο Ήμελλος και ο Τσορτέκης στην ταινία, αντιμετωπίζουν τη χαρμόσυνη είδηση ως δυσοίωνο μαντάτο. Δεν μισούν ακριβώς τις γυναίκες με φαλλοκρατικά αντανακλαστικά. Αντιθέτως, νιώθουν ξοφλημένοι και αναζητούν την έσχατη λύση. Επιλέγουν να ακολουθήσουν την πιο αποφασισμένη, αναζητώντας μια συλλογική λύση σε ένα έγκλημα.
Η Φραγκογιαννού της συγκλονιστικής Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη είναι μια επιζήσασα. Έχει εξασκηθεί να αντιμετωπίζει την καθημερινότητα με συνηθισμένες συνομιλίες και ανώδυνες αγγαρείες προκειμένου να κρύψει τον επιθετικό της πόνο, σαν να παλεύει με έναν αδιέξοδο δαίμονα. Η στιγμή αυτή της ζωής της, καταγράφηκε εξαιρετικά από τη Νάθενα, όταν η ίδια της η μητέρα ακύρωσε την αθωότητά της, την παιδική της ηλικία και την ελπίδα για ελευθερία, μετρώντας τα προίκια της και παρακάμπτοντας το μέλλον της, σαν να ήταν ένα άνθρωπο. Στη συνέχεια, η σκηνοθέτης αποκαλύπτει τη χρονική στιγμή και τοποθετεί τη Χαδούλα και τη μητέρα της δίπλα-δίπλα, σε έναν αγώνα εξίσου αμφίρροπο και δραματικό, διαπερνώντας τα γεγονότα και την πλοκή.