Offshore συγγενών πολιτικών: Η τροπολογία που άναψε φωτιές

Offshore Εταιρείες
Η Βουλή άνοιξε το δρόμο για συμμετοχή συγγενών σε εταιρείες του εξωτερικού / offshore – Αντιδράσεις για διαφάνεια, έλεγχους και ηθική νομιμοποίηση.
Στις 15 Μαΐου 2025, η Βουλή ψήφισε μια τροπολογία που —χωρίς να γίνει ιδιαίτερα αισθητή στην επικαιρότητα— άλλαξε ριζικά τους κανόνες διαφάνειας για τα πολιτικά πρόσωπα και τις οικογένειές τους. Πλέον, συγγενείς βουλευτών και υπουργών μπορούν να έχουν συμμετοχή σε εταιρείες του εξωτερικού, αρκεί αυτές να βρίσκονται σε “φορολογικά συνεργάσιμα” κράτη.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει πως η διάταξη δεν ανοίγει κανένα «παραθυράκι», ενώ η αντιπολίτευση κάνει λόγο για πισωγύρισμα και θεσμική υποκρισία. Όμως πέρα από την πολιτική αντιπαράθεση, το ερώτημα παραμένει: τι σημαίνει αυτή η αλλαγή για τη διαφάνεια στον δημόσιο βίο;
Πριν πάρει κανείς θέση, αξίζει να καταλάβει τι είναι οι offshore εταιρείες, πώς λειτουργούν, τι όριζε το προηγούμενο νομικό καθεστώς — και κυρίως, πού τελειώνει η νομιμότητα και πού αρχίζει η ηθική αμφισβήτηση.
Τι είναι οι offshore εταιρείες – και γιατί σχετίζονται με «μαύρο χρήμα»
Οι offshore εταιρείες είναι επιχειρήσεις που ιδρύονται σε χώρες διαφορετικές από εκείνες όπου δραστηριοποιείται πραγματικά ο ιδιοκτήτης τους. Συνήθως εδρεύουν σε κράτη με χαμηλή ή μηδενική φορολογία και χαλαρούς ελεγκτικούς μηχανισμούς, γνωστά ως φορολογικοί παράδεισοι (π.χ. Παναμάς, Βρετανικές Παρθένες Νήσοι, Νήσοι Κέιμαν).
Στην πράξη, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για νόμιμες δραστηριότητες (όπως διαχείριση διεθνών επενδύσεων), όμως πολύ συχνά γίνονται εργαλείο για:
- Απόκρυψη περιουσίας και πραγματικού ιδιοκτήτη (μέσω «παραπληρωμάτων» ή εικονικών μετόχων)
- Ξέπλυμα μαύρου χρήματος, δηλαδή εισροή παράνομου χρήματος στο επίσημο οικονομικό σύστημα
- Αποφυγή φορολογίας, μεταφέροντας κέρδη εκτός Ελλάδας
- Απόκρυψη πολιτικής ή ηθικής ευθύνης, ιδίως όταν εμπλέκονται πολιτικά πρόσωπα
Για παράδειγμα, ένας πολιτικός μπορεί να μεταφέρει χρήματα σε λογαριασμό μιας offshore που ανήκει… στην εταιρεία ενός συγγενή του. Αν δεν υπάρχει αυστηρός έλεγχος, η διαδρομή των χρημάτων δύσκολα ανιχνεύεται.
Σημείο-κλειδί είναι ότι πολλές offshore δεν δηλώνουν τους πραγματικούς δικαιούχους, με αποτέλεσμα να γίνονται «οχήματα αορατότητας».
Αντίθετα, όταν ένα κράτος έχει αυστηρό έλεγχο «πόθεν έσχες», απαγορεύει σε πολιτικούς και συγγενείς τους να κατέχουν τέτοιες δομές — ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και η εμπιστοσύνη στους θεσμούς.
Πρόσφατα, η Βουλή ψήφισε μια νέα τροπολογία που αφορά τη δυνατότητα συγγενών πολιτικών να κατέχουν μερίδια σε offshore εταιρείες υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Η αλλαγή αυτή έρχεται μετά από μια περίοδο αυστηρών απαγορεύσεων που ίσχυαν από το 2016 και προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στην κοινή γνώμη και τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Οι επικριτές μιλούν για «παραθυράκι» που μπορεί να περιορίσει τη διαφάνεια και να δυσκολέψει τον έλεγχο, ενώ η κυβέρνηση υποστηρίζει πως δεν πρόκειται για χαλάρωση αλλά για εναρμόνιση με διεθνή πρότυπα. Το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται είναι αν αυτή η αλλαγή αποτελεί πραγματική πρόοδο στη διαφάνεια ή αν αντιθέτως ανοίγει τον δρόμο για κρυφές συμφωνίες και αδιαφάνεια στο δημόσιο βίο.
Ιστορικό και τι ίσχυε ως τώρα
Η τροπολογία του 2016 προέβλεπε απόλυτη απαγόρευση για τους πολιτικούς και τα στενά συγγενικά τους πρόσωπα να κατέχουν ή να ελέγχουν μερίδια σε offshore εταιρείες. Ο σκοπός της ήταν να ενισχύσει τη διαφάνεια και να αποτρέψει τυχόν φαινόμενα σύγκρουσης συμφερόντων ή φοροαποφυγής μέσω εξωχώριων εταιρειών, που συχνά συνδέονται με αδιαφανείς χρηματοοικονομικές πρακτικές. Την πρωτοβουλία είχαν αναλάβει τότε κυρίως κόμματα της αντιπολίτευσης και κοινωνικοί φορείς, σε μια περίοδο όπου η δημόσια απαίτηση για αυστηρότερους κανόνες και η καταπολέμηση της διαφθοράς ήταν ιδιαίτερα έντονη.
Το 2016, η νομοθετική αυτή ρύθμιση ήρθε ως αποτέλεσμα σειράς σκανδάλων και διεθνών αποκαλύψεων που είχαν φέρει στο φως τη χρήση offshore εταιρειών από πολιτικά πρόσωπα και επιχειρηματίες με σχέσεις στο πολιτικό σύστημα. Από τότε, η απαγόρευση αυτή έθεσε σαφή όρια, εμποδίζοντας την κρυφή διακίνηση κεφαλαίων μέσω φορολογικών παραδείσων.
Από το 2016 έως σήμερα, η ρύθμιση αυτή αποτέλεσε τη βάση για τη διαφάνεια στον δημόσιο τομέα, ενώ το νομοθετικό πλαίσιο συνοδεύτηκε από αυστηρούς ελέγχους και υποχρεώσεις δημοσιοποίησης στοιχείων. Ωστόσο, σε αυτό το διάστημα υπήρξαν επανειλημμένες φωνές που ζητούσαν ευελιξία και προσαρμογή του νόμου στις διεθνείς πρακτικές, γεγονός που οδήγησε τελικά στη νέα τροπολογία που ψηφίστηκε πρόσφατα.

Περιγραφή της νέας τροπολογίας
Η νέα τροπολογία, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παρ. 3, «επιτρέπει την κατοχή μεριδίων σε offshore εταιρείες μόνο εφόσον αυτές δραστηριοποιούνται σε συνεργάσιμες δικαιοδοσίες και τηρούν πλήρη διαφάνεια», αντικαθιστώντας την προηγούμενη απόλυτη απαγόρευση. Σύμφωνα με το νόμο, «η συμμετοχή αυτή πρέπει να δηλώνεται ρητά και να υπόκειται σε έλεγχο από αρμόδιες αρχές», θέτοντας σαφή όρια ώστε να αποφευχθούν καταχρήσεις.
Ποιους αφορά (ποιοι συγγενείς, ποιες εταιρείες, ποιες χώρες)
Η διάταξη καλύπτει «τους πολιτικούς, καθώς και τους συζύγους, γονείς, τέκνα και αδέλφια αυτών», όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παρ. 2. Επιπλέον, ο νόμος ορίζει ότι αφορά offshore εταιρείες «με έδρα σε κράτη που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο συνεργαζόμενων φορολογικών δικαιοδοσιών» (άρθρο 6). Εταιρείες σε χώρες με αυστηρό φορολογικό και νομικό πλαίσιο εξαιρούνται από τους περιορισμούς, υπό τον όρο ότι συμμορφώνονται με τις διατάξεις διαφάνειας.
Τι ορίζει ως “συνεργάσιμα κράτη”
Σύμφωνα με το άρθρο 7, ως «συνεργάσιμα κράτη» ορίζονται οι χώρες «που έχουν υπογράψει διμερείς συμφωνίες ανταλλαγής φορολογικών πληροφοριών και συνεργάζονται ενεργά με τις ελληνικές φορολογικές αρχές». Ο κατάλογος αυτός επικαιροποιείται τακτικά και περιλαμβάνει χώρες όπως η Ελβετία, το Λουξεμβούργο και άλλες που πληρούν διεθνή πρότυπα διαφάνειας.
Τι θεωρείται έμμεση συμμετοχή
Η τροπολογία στο άρθρο 8 διευκρινίζει ότι «η έμμεση συμμετοχή περιλαμβάνει κάθε μορφή άμεσου ή έμμεσου ελέγχου, περιλαμβανομένης της κατοχής μεριδίων μέσω τρίτων προσώπων, εταιρειών-οχημάτων ή σύνθετων εταιρικών δομών». Το κείμενο τονίζει ότι «η μη δήλωση έμμεσης συμμετοχής συνιστά σοβαρή παράβαση και υπόκειται σε κυρώσεις».
Αντιδράσεις – Κυβέρνηση vs Αντιπολίτευση
Θέση κυβέρνησης
Η κυβέρνηση, μέσω στελεχών όπως ο Φλωρίδης και ο Μαρινάκης, υποστηρίζει με σθένος ότι δεν υπάρχει καμία χαλάρωση στους κανόνες διαφάνειας. Όπως τόνισαν σε πρόσφατες δηλώσεις τους, πρόκειται για «ψευδείς εντυπώσεις που καλλιεργούνται εσκεμμένα από την αντιπολίτευση», ενώ υπογραμμίζουν πως η τροπολογία απλώς «εναρμονίζει το ελληνικό πλαίσιο με τα διεθνή πρότυπα». Ωστόσο, η πλειονότητα των πολιτών και πολλοί αναλυτές παραμένουν δύσπιστοι, αμφισβητώντας την πραγματική πρόθεση πίσω από την αλλαγή.
Θέση αντιπολίτευσης
Από την άλλη πλευρά, κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, η Πλεύση Ελευθερίας και η ΝΙΚΗ εκφράζουν έντονη ανησυχία και μιλούν ευθέως για «παραθυράκι» που ανοίγει τον δρόμο για αδιαφάνεια και καταχρήσεις. Σε αιχμηρές δηλώσεις τους, κατηγορούν την κυβέρνηση ότι με το πρόσχημα της «ευελιξίας» επιχειρεί να ξεπεράσει τα εμπόδια της λογοδοσίας και να διευκολύνει την κρυφή διακίνηση κεφαλαίων, υπονομεύοντας τη διαφάνεια και το δημόσιο συμφέρον.
Αναφορές από άρθρα γνώμης – News247
Το News247, σε πρόσφατο άρθρο του, κάνει λόγο για «νομοθετική παρέμβαση που θολώνει τα νερά της διαφάνειας» και κατηγορεί την κυβέρνηση για προσπάθεια να «νομιμοποιήσει την αδιαφάνεια μέσω καμουφλαρισμένων εξαιρέσεων». Το άρθρο σημειώνει πως η διάταξη «παραπέμπει σε πρακτικές που θυμίζουν εποχές όπου οι offshore αποτελούσαν τον κρυφό παράδεισο των ισχυρών».
Αναφορές από άρθρα γνώμης – Liberal
Το Liberal χαρακτηρίζει την τροπολογία ως «σοβαρή υποχώρηση στον αγώνα κατά της φοροδιαφυγής και της διαπλοκής». Με σκληρή γλώσσα, τονίζει πως «η κυβέρνηση φέρνει μια νομοθεσία που ανοίγει το δρόμο για νέες σκοτεινές συναλλαγές», προσθέτοντας πως «η ρητορική περί διαφάνειας δεν πείθει κανέναν που γνωρίζει τα παρασκήνια των offshore εταιρειών».
Αναφορές από άρθρα γνώμης – Πρώτο Θέμα
Το Πρώτο Θέμα δε διστάζει να μιλήσει για «νομοθετικό δώρο στα συμφέροντα των πολιτικών και των οικογενειών τους». Επισημαίνει ότι η τροπολογία «αφήνει πολλά κενά που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για να καλυφθούν αθέμιτες πρακτικές», ενώ καλεί την κοινωνία σε επαγρύπνηση και αυστηρό έλεγχο των εξελίξεων. «Αν η εμπιστοσύνη στους θεσμούς κλονιστεί περαιτέρω, τότε το πολιτικό σύστημα θα πληρώσει βαρύ τίμημα», καταλήγει.
Τα γκρίζα σημεία – γιατί προκαλεί ανησυχία
Η νέα τροπολογία αφήνει ανοιχτό το πεδίο για κατάχρηση και πολιτικά παιχνίδια πίσω από κλειστές πόρτες, καθώς η έννοια της «έμμεσης συμμετοχής» είναι τόσο θολή που μπορεί να ερμηνευτεί κατά το δοκούν από όσους επιδιώκουν να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους. Η δυσκολία ελέγχου και η έλλειψη αυστηρών μηχανισμών επιτήρησης δημιουργούν ένα τέλειο περιβάλλον για να κρυφτούν κεφάλαια, να γίνουν ύποπτες μεταβιβάσεις και να θολώσει πλήρως η εικόνα της διαφάνειας. Η κυβέρνηση, με αυτό το νομοθέτημα, επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά πως ενδιαφέρεται περισσότερο για το πώς θα εξυπηρετήσει τους δικούς της παρά για το δημόσιο συμφέρον. Η απόπειρα να «παρουσιάσουν» ως πρόοδο μια καθαρή οπισθοδρόμηση στην πάταξη της διαφθοράς μοιάζει με φάρσα που κοροϊδεύει όχι μόνο τους πολίτες αλλά και την ίδια την έννοια της δημοκρατίας. Όταν οι θεσμοί παραδίδονται στα χέρια πολιτικών που νομοθετούν για να καλύψουν τις δικές τους αμαρτίες, το μόνο που απομένει είναι η πλήρης αποσύνθεση της εμπιστοσύνης και η βύθιση της χώρας σε νέες περιόδους σήψης και παρακμής.
Τα τελευταία χρόνια, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας διατυμπανίζει την «μάχη κατά του μαύρου χρήματος» μέσα από ένα σωρό νομοθετικές πρωτοβουλίες που στην πράξη μοιάζουν περισσότερο με επικοινωνιακά πυροτεχνήματα παρά με ουσιαστικά μέτρα. Από τους υπερβολικούς φόρους στα καύσιμα και τα ελαιόλαδα μέχρι την υποχρεωτική χρήση POS ακόμα και για… τενεκεδάκια λαδιού, η πολιτική αυτή όχι μόνο πνίγει την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα αλλά και αποδεικνύεται απολύτως αναποτελεσματική στην πάταξη της φοροδιαφυγής. Η εμμονή στην εξαφάνιση των μετρητών και η επιβολή ηλεκτρονικών πληρωμών ως πανάκεια δημιουργεί ένα καθεστώς ασφυξίας, όπου το κράτος θέλει να ελέγξει τα πάντα αλλά δεν καταφέρνει να πιάσει τους μεγάλους παραβάτες και τις σκοτεινές offshore εταιρείες που φυγαδεύουν κεφάλαια στο εξωτερικό. Αντί να χτυπήσει την ρίζα του προβλήματος, η κυβέρνηση μοιάζει να επιλέγει το εύκολο θύμα: τους απλούς πολίτες και τις μικρές επιχειρήσεις, αφήνοντας τους ισχυρούς, αλλά και τους εαυτούς τους, να συνεχίζουν ατιμώρητοι το παιχνίδι της διαφθοράς.
Συμπεράσματα και Προβληματισμοί
Η ψήφιση της συγκεκριμένης τροπολογίας αποκαλύπτει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τις βαθιές παθογένειες του πολιτικού συστήματος, όπου η διαφάνεια και η λογοδοσία παραμένουν έννοιες περισσότερο διακοσμητικές παρά ουσιαστικές. Αντί να αποτελέσει βήμα προόδου, η αλλαγή αυτή μοιάζει με βήμα προς τα πίσω, ανοίγοντας παράθυρα για αδιαφάνεια και καταχρήσεις που υπονομεύουν τη δημόσια εμπιστοσύνη. Η κοινωνία καλείται να αναρωτηθεί σοβαρά πώς μπορεί να διασφαλιστεί πραγματικά η διαφάνεια σε ένα περιβάλλον όπου οι κανόνες αλλάζουν διαρκώς προς όφελος των ισχυρών.
Πόση εμπιστοσύνη μπορούμε να έχουμε στη Βουλή, όταν οι ίδιοι που ψηφίζουν τους νόμους είναι συχνά οι πρώτοι που τους παρακάμπτουν; Μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα κράτος δικαίου όταν οι θεσμοί εμφανίζονται εύθραυστοι και ευάλωτοι σε πολιτικές σκοπιμότητες; Η απάντηση στα παραπάνω δεν είναι μόνο ζήτημα πολιτικής ευθύνης, αλλά και ζήτημα επιβίωσης της δημοκρατίας και της κοινωνικής συνοχής. Είναι στο χέρι μας να μην επιτρέψουμε η διαφάνεια να γίνει απλώς μια κούφια λέξη σε ένα κείμενο νόμου, αλλά να γίνει πραγματικότητα που θα εγγυάται την καθαρότητα και την αξιοπιστία της πολιτικής ζωής.
Επίλογος
Αν η εμπιστοσύνη στους θεσμούς αποτελεί το θεμέλιο κάθε υγιούς δημοκρατίας, τότε οι εξαιρέσεις και τα «παραθυράκια» που νομοθετούνται είναι τα ρήγματα που απειλούν να τα διαλύσουν. Κάθε φορά που επιτρέπουμε στους νόμους να γίνονται εργαλεία συγκάλυψης και όχι διαφάνειας, υπονομεύουμε το πιο βασικό κεφάλαιο της κοινωνικής μας συνοχής: την πίστη μας στο κράτος και στους εκπροσώπους του. Το πραγματικό ερώτημα που πρέπει να απασχολήσει όλους μας δεν είναι μόνο τι ψηφίζονται στα έδρανα της Βουλής, αλλά πόσο εμείς ως πολίτες είμαστε διατεθειμένοι να ανεχτούμε την υποβάθμιση της διαφάνειας και της δικαιοσύνης. Θα συνεχίσουμε να επιτρέπουμε στους λίγους να εκμεταλλεύονται τα κενά της νομοθεσίας εις βάρος όλων των άλλων; Ή θα απαιτήσουμε την αυστηρή εφαρμογή κανόνων που προστατεύουν το δημόσιο συμφέρον και εξασφαλίζουν πραγματικό έλεγχο; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα καθορίσει όχι μόνο το μέλλον της πολιτικής ζωής, αλλά και την ίδια την ποιότητα της δημοκρατίας μας.
Είναι καιρός να αναλάβουμε δράση και να μην αφήσουμε την εμπιστοσύνη να καταρρεύσει αθόρυβα.
Πηγή – Κείμενα: NetGreeks
Γίνετε μέλος της κοινότητάς μας στο Facebook και στο Instagram και ενημερωθείτε πρώτοι για κάθε εξέλιξη!